top of page

Ευρυσθένης Γκίζας

(Αθήνα, 1η Μαίου 1864 - Βιέννη, 1η Δεκεμβρίου 1902)

Ο Μάγος των Ήχων

 

 

Μια ελάχιστη προσπάθεια να διασώσω τ' όνομά του για πάντα...

     Αυτή η αναφορά δημιουργήθηκε για να εκφράσει τον βαθύτατο σεβασμό μου πρός την μνήμη του ονόματός του.
Πρόκειται για μια συνεχώς ενημερωνόμενη, ελεύθερη μονογραφία που γράφω ως φόρο τιμής σε αυτόν. Τα συναισθήματά μου απέναντι στην ιστορία του και το γεγονός ότι δεν ολοκλήρωσε το έργο του στην Ελλάδα, δεν μου επιτρέπουν να γράψω αντικειμενικά. Η ζωή κι ο αναπάντεχος θάνατός του σφράγισαν το παράδειγμα των Ελλήνων κορυφαίων μετά από αυτόν μέχρι και σήμερα... Αποδεικτικά στοιχεία, προσθήκες και λεπτομέρειες για τη ζωή και το έργο του, καθώς και σκέψεις για τη ζωή άλλων Ελλήνων φλαουτιστών του παρελθόντος θα εμπλουτίσουν στο μέλλον τις σελίδες που ακολουθούν.

   Το κείμενο που παρουσιάζεται εδώ ακολουθεί έναν συναισθηματικό τρόπο γραφής που, σε ορισμένες περιπτώσεις, μιμείται τη σύνταξη του 19ου αιώνα. Δεν φιλοδοξεί άλλωστε σκήπτρα επιστημονικότητας μα την αλήθεια μιας τεκμηριωμένης δημοσιογραφικής καταγραφής που μετρά πλέον περισσότερα από δέκα έτη. Ωστόσο τα βίντεο που συνοδεύουν τα κείμενα, δεν περιέχουν τίποτα δικό μου. Σε αυτά τα βίντεο διαβάζονται μόνο τα κείμενα του ανώνυμου συντάκτη της "Νέας Εφημερίδος" ή των συγγραφέων που αναφέρονται στο τέλος.


    Η όλη προσπάθεια αποτέλεσε αντικείμενο παρουσίασης -με μορφή ψηφιακού δίσκου- στο Φεστιβάλ Φλάουτου "Ημέρες Πλαγίαυλου" 2007 (Καλλ. διεύθ.: Δημήτρης Φωτόπουλος) και αφιερώνεται σε όλους τους Έλληνες φλαουτίστες.
 

 Κάθε στοιχείο σε όσα γράφονται εδώ είναι αποτέλεσμα επίπονης δουλειάς και έρευνας ετών. Ξεκίνησε αρχικά ως μια ιδέα απλής δημοσιογραφικής καταγραφής, ως μια εξερεύνηση του παρελθόντος ενός ανθρώπου του οποίου η ιστορία με συγκίνησε. Μα  στο πρόσωπο του Ευρυσθένη Γκίζα σκιαγραφείται μόνο μία απ' όλες εκείνες τις ιστορίες των Ελλήνων μουσικών που, αν και άγνωστοι, έχουν συμβάλλει, άλλος πολύ άλλος λίγο, στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Μουσικής. Ανάλογες και συνολικότερες καταγραφές για την παρουσία Ελλήνων στη Μουσική του 19ου αιώνα, είναι παρήγορο, υπάρχουν ήδη διαθέσιμες ή βρίσκονται σε εξέλιξη. Μα ο σκοπός της παρούσας είναι να αναδείξει, να αποκαταστήσει και να μεγεθύνει -μ' ένα "έστοντας και παραμικρότατο λιθαράκι" όπως θα έγραφε και ο Καλομοίρης- την ιστορική παρουσία ενός Έλληνα καλλιτέχνη που άφησε το σημάδι του ανεξίτηλο στο μουσικό στερέωμα εκείνης της περιόδου χωρίς να ήταν πρωταγωνιστής του λυρικού θεάτρου ή συνθέτης.

  Αν και μέχρι σήμερα οι πηγές αυτής της έρευνας περιορίζονται στην Αθήνα και τη Βιέννη -με αρωγό βέβαια το ασύλληπτο δώρο των ψηφιοποιημένων τεκμηρίων ψηφιακών βιβλιοθηκών από την Ευρώπη και αλλού- φιλοδοξία είναι να επεκταθούν και στα μέρη που ο Γκίζας ταξίδεψε και έζησε. Ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός με αυτό το σκοπό, σύμφωνα με όσα έχει αποκαλύψει η μέχρι σήμερα έρευνα, περιλαμβάνει το Μόναχο, το Αμβούργο, το Βισμπάντεν, το Μπάϊροϊτ, τη Μασσαλία, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες, τη Λιέγη, την Τεργιέστη, τη Θεσσαλονίκη, τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη, το Γαλάζιο, την Οδησσό και το Βουκουρέστι.

 

  Θερμές ευχαριστίες σε όλους τους ανθρώπους που συνέβαλαν στο έργο αυτό και συγκεκριμένα στους Κωνσταντίνο Π. Καράμπελα Σγούρδα, Μουσικολόγο-Μουσικοκριτικό για την πρώτη δημοσίευση άρθρου μου και την πρώτη πρόσκληση στην Βιέννη, την μεσόφωνο Κυριακή Τροχάνη, για τη μετάφραση των υποτίτλων, τον Αναστάσιο Στρίκο Διευθυντή ορχήστρας & Πιανίστα για τις προτάσεις, την υποστήριξη και τις προσπάθειές του, τη μαντολινίστα Ναταλία Στρίκου, την αείμνηστη εικαστικό Μαρία Μαυρομιχάλη-Botz Πρόεδρο του Αυστρο-Ελληνικού Συνδέσμου, τη Nicole Philipp Πρόεδρο της FranCulture & Alfred Philipp καθηγητές Θεατρολογίας και Φυσικής αντίστοιχα στο πανεπιστήμιο της Βιέννης καθώς και πολλούς άλλους που συνέβαλαν σε αυτή την ψηφιακή μονογραφία και που, αν δεν αναφέρονται ήδη, θα αναφερθούν σε μεταγενέστερες επικαιροποιήσεις.


   Ελπίζω οι Έλληνες φλαουτίστες, στους οποίους- επιμένω- τούτη η προσπάθεια αφιερώνεται, ακόμα και στην εποχή που τα σύνορα, τα έθνη και οι μνήμες μοιάζουν να έχουν μικρή σημασία, να εκτιμήσουν τη μνήμη αυτού του ανθρώπου οτι ήταν ο πρώτος που έφτασε τοσο ψηλά και θα μπορούσε να είχε στρέψει την ιστορία μας -την ιστορία των ελλήνων φλαουτιστών- σε βάθρα ψηλότερα απ' αυτά που βρισκόμαστε. Όμως δεν έγινε ποτέ... Και το γιατί αξίζει να απαντήσουμε...

ΠΣ
(τελευταία επικαιροποίηση 9/7/2016)

 

Πρίν λίγα χρόνια ήταν που διάβασα το όνομά του,
κι όσο ο χρόνος περνούσε όλο και περισσότερο
το ενδιαφέρον μου γι’ αυτόν μεγάλωνε…

Ποιός να πίστευε
πως για έναν ορφανό γράφτηκε τούτη η ιστορία…;

Ενάμιση αιώνα πριν,
Γεννημένος Μουσικός,
δεξιοτέχνης του Φλάουτου
που έφυγε νέος ακόμα...

Ποιός ήταν ;


Ό,τι ακολουθεί είναι η αρχή σε ό,τι ξεκίνησα

και φόρος τιμής
στ’ όνομά του.



 

Στην μικρή Ελλάδα του 1873 οι μνήμες της επανάστασης  είναι ακόμη νωπές και η Αθήνα γύρω από την οποία όλα περιστρέφονται ένα μεγάλο χωριό.  Στην πρωτεύουσα εκείνης της Ελλάδας τα σημαντικότερα κτίρια είναι και τα πιο αναγκαία. Ανάμεσα σε αυτά και το Ορφανοτροφείο Χατζηκώνστα. Κάποτε ένας από τους πρώτους διευθυντές του Ιδρύματος πεθαίνει, κι ο γιός του, ένας πιτσιρίκος δε θα’χε κλείσει  τα οχτώ, γίνεται τρόφιμος στο ίδρυμα που άλλοτε διηύθυνε ο ίδιος του ο πατέρας… Κι ας έγραφε ο Τύπος πως οι ασθένειες και οι κακοτυχίες θέριζαν τα παιδιά του ορφανοτροφείου, εκείνο άντεξε μέσα στους τοίχους της παιδικής φυλακής του και μάθαινε να δουλεύει, αναγκαστικά, στα εργαστήρια: ξυλουργείο, σιδηρουργείο, καλαθοποιείο, βιβλιοδετείο, ή όπου αλλού υπήρχε ανάγκη.

  


 

    Στην εποχή που για ν’ακούστεί μουσική έπρεπε κάποιος να παίξει μουσική, ο κόσμος ζητούσε μπάντες «ίνα παινίζουσιν» δημόσια σε κάθε λογής εκδηλώσεις. Κοντά σ’ εκείνους τους πρώτους εθελοντές δασκάλους που μάθαιναν τα ορφανόπουλα μουσικά όργανα θα ξεκίνησε κι ο μικρός Ευρυσθένης «την τέχνη» των πνευστών. Ένας κύριος «Γαιδεμβέργερ», ή ο κύριος «Ιούλιος ‘Ενιγκ» ή ένας άλλος «Φράντς Έμκεν», Βαυαροί με σπασμένα ελληνικά και στρατιωτική πειθαρχία που μαλάκωνε μπροστά στην αθωότητα των παιδικών ματιών θα πάσχιζαν να μεταμορφώσουν μια χούφτα ορφανάκια σε μέλη του «μουσικού θιάσου…των τροφίμων». Τότε θα ήταν που άγγιξε το πρώτο του φλάουτο εννιά χρονών. Θα ήταν ένα από εκείνα τα καινούργια που τους τα έφεραν από κάπου μακριά, μια χώρα "του Βορρά" θα τους είπαν...
 



       Κοιτούσε και ξανακοιτούσε το καινούργιο φλάουτο, το αγκάλιαζε σα νά’ταν το απόκτημα της ζωής του και δεν έβλεπε την ώρα ν’ αρχίσει η τακτική του μελέτη, της μουσικής. Ένας κύριος Ακτίπης θα ερχόταν σύντομα να τον ακούσει. Του είπαν πως ήταν, λέει, ξακουστός καθηγητής του Ωδείου... του διπλανού δηλαδή κτιρίου. Εκεί θα πήγαινε άμα γινόταν καλός. Κι εκείνος ήθελε να φύγει απ’ το Ορφανοτροφείο... Καλά καλά δεν ήξερε τον κόσμο κι όμως αισθανόταν πως τον κρατούσε στα χέρια του...
 

   Ο Παναγιώτης Ακτίπης οφείλει τη μνεία του ονόματός του όχι τόσο στο οτι υπήρξε ο πρώτος καταγεγραμμένος έλληνας δάσκαλος του φλάουτου μα γιατί ήταν ο πρώτος δάσκαλος του Ευρυσθένη Γκίζα. Δίδαξε φλάουτο στη Φιλαρμονική εταιρία "Ευτέρπη" και έδωσε τις πρώτες συναυλίες φλάουτου από ελληνικά χείλη κερδίζοντας το σεβασμό των συναδέλφων του. Το 1873 διορίζεται καθηγητής του Ωδείου Αθηνών και έξι χρόνια μετά δέχεται στην τάξη του εκείνον που θα καθορίσει τη φήμη του, τον δεκαεξάχρονο Ευρυσθένη Γκίζα.

     Στα τέσσερα χρόνια που ακολουθούν ο νέος εξελίσσεται ραγδαία. Αφιερώνεται ψυχή τε και σώματι στο φλάουτο και διακρίνεται γρήγορα ως εξαίρετο ταλέντο με άρτια τεχνική. Οι συγκυρίες προβάλουν ως αδήριτη ανάγκη την ανανέωση του διδακτικού προσωπικού κι έτσι το 1883 αποφασίζεται η αποστολή υποτρόφων στο εξωτερικό. Ο Γκίζας είναι ο μόνος απόφοιτος που κρίνεται άξιος γι’ αυτό το σκοπό και έτσι μετά από έγκριση του Υπουργείου Παιδείας φεύγει για τη Βιέννη με υποτροφία Μπενάκη ύψους 3000 δρχ. που απονέμεται «εις τον διακριθέντα κατά τας μουσικάς σπουδάς του και ομοφώνως υπό των διδασκάλων του Ωδείου συστηθέντα, ως υποσχόμενον μεγάλην εις την μουσικήν επίδοσιν».

 


    Τους στεφάνους αυτούς θα αντικρύσει ο Μανώλης Καλομοίρης όταν νέος σπουδαστής θα τον επισκεφθεί στη Βιέννη πολλά χρόνια αργότερα. Πρίν όμως την Τεργέστη και την Οδησσό σε δημόσια επιστολή του ο Γκίζας γράφει πως είχε ήδη ολοκληρώσει περιοδεία στο Βέλγιο, μαζί με την διεθνούς φήμης συνεργάτιδά του Iσπανίδα αρπίστα Εσμεράλδα Θερβάντες. Μα δεν ήταν μόνο η Τεργέστη και η Οδησσός. Η μέχρις αυτή τη στιγμή έρευνα έχει φέρει στο φώς περιοδείες που στέκονται πραγματικές λαμπαδηφορίες πολιτισμού από ένα Έλληνα μουσικό όχι τραγουδιστή του λυρικού θεάτρου ή συνθέτη, μα ερμηνευτή του φλάουτου. Σα να ήθελε να ενώσει με τη δύναμη της Τέχνης του όλους τους τόπους όπου χτυπά η καρδιά του Ελληνισμού, κι ως κορυφαίος δεξιοτέχνης, ξεκινά περιοδείες ατέλειωτες με τον Τύπο, ελληνικό και ξένο, να στέλνει ανταποκρίσεις για την εξέλιξη των ταξιδιών του. Από τη Βιέννη στην Κωνσταντινούπολη κι από κει Θεσσαλονίκη, μετά Αθήνα, ύστερα Βράιλα, Οδησσό και πάλι Κωνσταντινούπολη. Στα 25 του χρόνια ο ορφανός φλαουτίστας ζεί την απόλυτη αναγνώριση.

 

    Πατρίδα του είναι πια η βόρεια μεσόγειος κι οι πόλεις-λιμάνια όπου το όνομά του αρχίζει να διατρανώνεται. Ήταν τότε που ο φωνόγραφος εμφανίζεται δειλά δειλά στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και ο κινηματογράφος είναι λέξη άγνωστη για τα επόμενα 10 χρόνια. Ήταν τότε που η μουσική ήταν πραγματική μυσταγωγία και οι μουσικοί αγωγοί της ψυχής...
 

    Τα ταξίδια και οι συναυλίες δεν σταματούν ποτέ, οι Έλληνες τον καλούν παντού. Από την Κωνσταντινούπολη πίσω στην Αθήνα, μετά Κέρκυρα ύστερ’ από πρόσκληση της Φιλαρμονικής εταιρίας όπου κι εκεί δρέπει τον στέφανο αναγνώρισης. Σε δημοσίευμα της Νέας Εφημερίδος της 12ης Μαρτίου 1888 αναφέρεται πως σε δείπνο που παραχωρεί προς τιμήν του ο Διευθυντής της Τραπέζης Κωνσταντινουπόλεως Αθηνογένης, ο βαθύπλουτος ομογενής Λ. Στεφάνοβικ Σκυλίτσης ανακοινώνει την ανάληψη των εξόδων του Γκίζα για σπουδές στη Γαλλία. Αυτό ήταν γνωστό. Το αξιοσημείωτο όμως είναι πως ο συντάκτης σε παρένθεση αναφέρει «κυρίως στη σύνθεση».

     Οι ενδείξεις λοιπόν οδηγούν στο συμπέρασμα πως το ταξίδι του Γκίζα στο Παρίσι, όπου έμεινε για δυο χρόνια, έγινε όχι τόσο για να τελειοποιήσει την τέχνη του στο φλάουτο (αυτό το είχε ήδη κάνει στη Βιέννη) αλλά να ενθαρρύνει την όποια κλίση του στη σύνθεση. Στο Παρίσι θα άκουσε για κάποιον Paul Taffanel 44 χρονών καθηγητή του Ωδείου του Παρισιού. Η έρευνα μένει να αποδείξει αν ήταν μαθητής του. Ενδεικτικά ας σημειωθεί ότι ο Philippe Gaubert τότε ήταν ένας πιτσιρίκος μόλις 9 ετών. Επισήμως λοιπόν έργο του Γκίζα μέχρι στιγμής δεν υπάρχει, ωστόσο τίποτα δεν αποκλείεται στο μέλλον...
   Ο Γκίζας ήταν από τους πρώτους απόφοιτους που κατά πάσα πιθανότητα υιοθέτησαν το σύστημα Μπέμ χάρις στον δάσκαλό του Roman Kukula ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που σύστησε το "καινούργιο" φλάουτο στο Ωδείο της Βιέννης αναλαμβάνοντας την έδρα το 1883, χρονιά που και ο Γκίζας γίνεται δεκτός εκεί. Θεωρώ απίθανο να ξεκίνησε στην Αθήνα με σύστημα Μπέμ όταν στη Γαλλία υιοθετείται μόλις το 1860 και στην Αυστρία το 1883. Αν η υπόθεση αυτή είναι αληθινή, πως έμαθε δηλαδή στο παλιό σύστημα όπου και αρίστευσε, κι αν η αποφοίτηση στη Βιέννη έγινε με το σύστημα Μπέμ, όπου και πάλι αρίστευσε με μετάλλιο, τότε η Θεά Μάβ, όπως γράφει κι ο συνάδελφος ανταποκριτής της "Νέας Εφημερίδος", ήταν όντως «δεσμώτιδα του εγκεφάλου του».
  Ας επιστρέψουμε όμως σε κείνες τις συναυλίες του κοσμοπολίτη φλαουτίστα που από την Κέρκυρα πυρετωδώς προετοιμαζόμενος για το Παρίσι, επιστρέφει στην Αθήνα όπου παίζει μέσα σε κλίμα αποθέωσης κι από κεί στη Σμύρνη όπου δίνει για πρώτη φορά συναυλία στο Θέατρο της Προκυμαίας. Με τον κορυφαίο Δημήτριο Λάλλα συμπράττει στη Θεσσαλονίκη το 1888, πριν αναχωρήσει δια την Εσπερίαν…
 

    «Ουδείς», βέβαια, «έλειπε εκ της αιθούσης» μιας και στις συναυλίες του ο αριθμός των ακροατών ήταν συχνά πολύ μεγάλος. Πάνω από 1000 άτομα αναφέρει ο Τύπος σε μια απ’ αυτές. Αποχαιρετώντας τη Γαλλία ο Γκίζας δίνει την τελευταία του συναυλία στην Μασσαλία όπου, όπως παντού, η ελληνική ομογένεια είναι παρούσα. Το όνομά του έχει πια εδραιωθεί. Οι περιοδείες προγραμματίζονται η μια πίσω από την άλλη, ενώ μόνιμα προσφιλής σταθμός φαίνεται να είναι η Κωνσταντινούπολη. Εκεί τον περιμένει μια παλιά του αγάπη, μια ηθοποιός της οποίας το όνομα μου είναι ακόμα άγνωστο και που, όπως αναφέρει ο Συναδινός, ο Γκίζας είχε με προσοχή φυλαγμένη τη φωτογραφία της μέχρι το τέλος.

 

   Στην Αθήνα οι διθύραμβοι συνεχίζονται, συνεργασίες με μέλη αυστριακών ορχηστρών, πιανίστες και βέβαια με την Εσμεράλδα Θερβάντες όπως την ονόμασε ο ίδιος ο Βίκτωρ Ουγκό και με την οποία συνεπαίρνει το αθηναικό κοινό ύστερα απ’ την περιοδεία που πραγματοποίησαν μαζί  στο Βέλγιο.

   Μα η Ελλάδα δεν τον κρατά. Σε δημόσια επιστολή αναγγέλει την αναχώρησή του στο εξωτερικό…

 

        Κι από τα ανάκτορα του Βουκουρεστίου στη Βιέννη, όπου ο Γκίζας εγκαθίσταται οριστικά. Στοιχεία της συνεχιζόμενης έρευνας  (Μουσείο Θεάτρου της πόλεως της Βιέννης) αποκαλύπτουν τις εμφανίσεις του στο Μπαϋρόιτ και τη συνεργασία του με τις όπερες του Βισμπάντεν και του Αμβούργου.

      Η μέχρι τώρα έρευνά μου δεν έχει φέρει στο φώς συγκεκριμένα έγγραφα για το πότε ξεκινά η συνεργασία του με την ορχήστρα της Όπερας της Βιέννης ωστόσο πηγές πιστοποιούν πως ήταν 1ος φλαουτίστας της Όπερας πρίν το 1896. Πιο σίγουρα είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από το αρχείο της Φιλαρμονικής της Βιέννης. Θυρίδες εγγράφων τόσο στο αρχείο του Konservatorium der Gesellschaft der Musikfreunde όσο και στο Haus-, Hof- und Staatsarchiv της πόλης αποκάλυψαν την σχετική με την πρόσληψή του αλληλογραφία με τον Μάλερ καθώς και το συμβόλαιο με την υπογραφή του Γκίζα που είναι και το πρώτο σωζόμενο δείγμα γραφής του. Σύμφωνα με τα έγγραφα αυτά ο Ευρυσθένης Γκίζας αναλαμβάνει τα καθηκοντά του, ως μέλος της ορχήστρας, την 1η Ιανουαρίου του 1899 μέχρι το θάνατό του την 1η Δεκεμβρίου του 1902… (η παραπάνω σχετική έρευνα διεξήχθη την Άνοιξη του 2010 και οφείλεται στην μαντολινίστα Ναταλία Στρίκου και τον διευθυντή ορχήστρας & πιανίστα Αναστάσιο Στρίκο, τους οποίους ο συντάκτης θερμά ευχαριστεί).

    Μα ο Γκίζας δεν ξεχνά την πατρίδα του ούτε τους Έλληνες. Ας μην ξεχνάμε πως σκοπός της υποτροφίας ήταν να σπουδάσει για να επιστρέψει και να διδάξει στο Ωδείο Αθηνών. Παρά τα λίγα στοιχεία που διαθέτω από αυτήν την περίοδο, δηλαδή από την Βιέννη και μετά, το σίγουρο είναι πως η δραστηριότητά του υπήρξε μεγάλη. Ανάμεσα στις συνεργασίες αυτής της περιόδου θα ξεχωρίσω ένα παλιότερο συναπόφοιτο και γνώριμο του Γκίζα τον Δημήτριο Λάλα. Μαθητής και συνεργάτης του ίδιου του Βάγκνερ ο συνθέτης πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας Δημήτριος Λάλλας πρέπει να συνέστησε τον Γκίζα στο Μπάιρόιτ όπου το όνομά του Λάλλα είναι γραμμένο με γράμματα χρυσά. Στο Μόναχο και το Μπάυρόιτ εκτός από τον Καλομοίρη, μαρτυρά την παρουσία του και η "Μουσική Εφημερίς" του Λαμπελέτ.

 

             Ο Γκίζας παντρεύεται τελικά μια γυναίκα από το Αμβούργο κι αν κρίνω από τον Καλομοίρη που στην πρώτη συνάντηση ζητά από τον θυρωρό την «φαμίλια Γκίζα», δεν αποκλείεται να απέκτησε και απογόνους.

   Στο νεαρό Καλομοίρη παραχωρεί μέρος του σπιτιού του για κείνον και τη μητέρα του μαζί με άφθονα δωρεάν εισιτήρια για τη Φιλαρμονική - ευεργεσία στο νέο σπουδαστή! - μα και συμβουλές για την πορεία των σπουδών του.
  Ο Καλομοίρης μας μεταδίδει την καθημερινότητα του. Συνεχείς συναυλίες με την όπερα, ρεσιτάλ, δεξιώσεις, μαθήματα. Οι κακές γλώσσες λένε πως είναι σπάταλος και η ζωή του άστατη. Είναι γνωστό ότι προσφιλής ενασχόληση των Ελλήνων, και όχι μόνο, της παροικίας είναι δυστυχώς ο τζόγος. Το ζευγάρι μάλλον περνάει κρίσεις αν πιστέψουμε τον Συναδινό που αναφέρει την «παλιά αγάπη» από την Πόλη μα και το γεγονός πως εκείνη μετά τον θάνατό του και την κατάσχεση των επίπλων από τους δανειστές του, επέστρεψε απλώς στο Αμβούργο...

 

"...σαν κάτι αφάνταστο κι υπεράνθρωπο όντο

... σαν έναν Ορφέα..."

"... το δάκρυ μου πέφτει στον τάφο σου μα όχι από λύπη..."

   Ένας αιώνας πέρασε από τότε.... και το κείμενο του Καλομοίρη στο Νουμά μιλάει ακόμα... μέχρι "τα σήμερα" όπως θά'γραφε κι ο ίδιος. Είναι τόσες οι φορές που το έχω διαβάσει και το νόημά του, όσο ο χρόνος περνάει, όλο και περισσότερο με κερδίζει. Το όραμα και η αναγκαιότητα του Καλομοίρη απέναντι στη δημιουργία της Εθνικής μας Σχολής, σήμερα, στις μέρες του διαδικτύου, ίσως να χάνει, ή να έχει ήδη χάσει, την σημασία του.

   Μα "το δάκρυ της πίκρας και του θυμού" πέφτει ακόμα και όχι μόνο στον τάφο του μα και στη μουσική παιδεία της χώρας μας ...
  Ο Γκίζας δεν ήταν ο πρώτος αλλά ούτε και ο τελευταίος "Έλληνας μουσικός στα ξένα και για τα ξένα". Κι ας υπήρχε τότε, όπως κατά αναλογία υπάρχει και σήμερα, η ανάγκη. Ένας αιώνας πέρασε από τότε και το έλλειμμα της μουσικής μας παιδείας παραμένει ανάλογο.
   

Στα βίντεο ακούγονται αποσπάσματα από:

-Carl Reinecke, Flute Concerto, in D major (Op.283),  A. Nicolet, Gewandhaus Orch.(Kurt Masur).
-C. Andersen, "Wiedersehen", Πέτρος Στεργιόπουλος Φλάουτο,  Άγις Νικόλαος Καλαβρυτινός Πιάνο. (Ηχογράφηση συναυλίας ΦΣ Παρνασσός, 2005).
-Eugène Damare : Le merle blanc op 161, Orchestre Symphonique de la Radio Belge,  Marc Grauwels piccolo.
-Franz Doppler "Chanson d' amour" , Alain Marion Flute, Edouard Exerjean Piano.
-Bernard Molique Concerto, A. Marion Flute, Orchestre Philharmonique de la ville de Nice - Maximiano Valdes.

Νέα Ευρήματα  
-Μάιος 2012.
(Τη ευγενεία του εν Βιέννη Μουσικού Αναστασίου Στρίκου).


 

¨Η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης".
Αναμνηστικό πανόραμα προς τιμήν του Massenet.

Πρόκειται για ένα φωτογραφικό πανόραμα με τα πορτραίτα όλων των μελών της Φιλαρμονικής αυτοκρατορικής ορχήστρας και τον διευθυντή τους G. Mahler στο κέντρο φιλοτεχνημένο τον Μάρτιο του 1902 από τον βασιλικό φωτογράφο Victor Angerer. Το πορτραίτο του Ευρυσθένη Γκίζα βρίσκεται πάνω δεξιά και είναι η τελευταία μέχρι στιγμής φωτογραφική απεικόνιση (τέταρτη κατά σειρά) πριν τον αναπάντεχο θάνατό του εννέα μήνες αργότερα το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Στο ίδιο πανόραμα βρίσκεται και ο δάσκαλός του Γκίζα R. Kukula ο οποίος έφυγε από τη ζωή λίγο μετά τον θάνατο του μαθητή του...

Το έκθεμα βρίσκεται στο μουσείο "Haus der Musik" της Βιέννης.

    

ΝΕΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΟΜΝΗΜΩΝ
Η αλληλογραφία πρόσληψης του Ευρυσθένη Γκίζα με τον Γκούσταβ Μαλερ στην Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης

5.png

Το πνεύμα ενός πλαγιαυλητή...

Η επιρροή αυτής της ιστορίας έχει ήδη σημαδέψει τον τρόπο σκέψης του συντάκτη. Θέλοντας να συνεχίσει το πνεύμα των "τελευταίων ρομαντικών" -μέχρι τις αρχές του 20ου αι. - και με αφορμή τη φαντασία, την ατμόσφαιρα των δημοσιευμάτων της εποχής, τη γραφή του Καλομοίρη, τα γεγονότα της ιστορίας αλλά και της μυθιστορίας, του Ευρυσθένη Γκίζα, ο συντάκτης επινόησε την συνέχεια της παρουσίας του μέσα από το "πνεύμα ενός καλλιτέχνη". Έτσι γεννήθηκε το πνεύμα του δικτυακού Γκίζα σε σελίδα τόπου κοινωνικής δικτύωσης όπως και η ενότητα "Ο Γκίζας διαβάζει" του παρόντος ιστοτόπου.

 

Φίλε αναγνώστα μπορείς να διαβάζεις τα "σχόλια" (μυθιστορηματικά κείμενα σε ελαφρά καθαρεύουσα) και τις αναγνώσεις αυτού του πνεύματος (αφηγήσεις αποσπασμάτων εφημερίδων της εποχής του) στους παραπάνω συνδέσμους...

  • Facebook Social Icon
bottom of page